Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.
φοροαπαλλαγή — η, Ν απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής φόρου, φορολογική απαλλαγή («φοροαπαλλαγή εξορυκτικών επιχειρήσεων») … Dictionary of Greek